Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
scopulus
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Λατινικά
(la)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Κλίση
Λατινικά
(la)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
scopulus
<
αρχαία ελληνική
σκόπελος
Ουσιαστικό
επεξεργασία
scopulus
αρσενικό
(
απόκρημνος
)
βράχος
,
κατσάβραχο
(
υπο
)
θαλάσσιος
βράχος
,
ύφαλος
ή
σκόπελος
Κλίση
επεξεργασία
αριθμός
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
scopulus
scopulī
γενική
scopulī
scopulōrum
δοτική
scopulō
scopulīs
αιτιατική
scopulum
scopulōs
κλητική
scopule
scopulī
αφαιρετική
scopulō
scopulīs
(β' κλίση)