Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
praeceptor
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Λατινικά (la)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.3
Συνώνυμα
1.4
Κλίση
Λατινικά
(la)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
praeceptor
<
praecipio
<
prae
+
capio
Ουσιαστικό
επεξεργασία
praeceptor
αρσενικό
αυτός που
προλαμβάνει
δι
δάσκαλος
καθηγητής
εκπαιδευτικός
Συνώνυμα
επεξεργασία
professor
Κλίση
επεξεργασία
αριθμός
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
praeceptor
praeceptorēs
γενική
praeceptoris
praeceptorum
δοτική
praeceptorī
praeceptoribus
αιτιατική
praeceptorem
praeceptorēs
κλητική
praeceptor
praeceptorēs
αφαιρετική
praeceptore
praeceptoribus
(γ' κλίση)