pan
Αγγλικά (en) Επεξεργασία
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
pan (en)
Ιαπωνικά (ja) Επεξεργασία
ΜεταγραφήΕπεξεργασία
pan (rōmaji)
Ιντερλίνγκουα (ia) Επεξεργασία
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
pan (ia)
- το ψωμί
Ισπανικά (es) Επεξεργασία
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
pan (es) αρσενικό
- το ψωμί
Οξιτανικά (oc) Επεξεργασία
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
pan (oc) αρσενικό
- το ψωμί
Παλαιά γαλλικά (fro)Επεξεργασία
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
pan
- → δείτε τη λέξη pain
Πολωνικά (pl) Επεξεργασία
ΠροφοράΕπεξεργασία
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
pan (pl) αρσενικό
- ο κύριος
Επεξεργασία
Πολυλεκτικοί όροιΕπεξεργασία
ΣημειώσειςΕπεξεργασία
- χρησιμοποιείται σαν υποκείμενο (γραμματική), σε όλες τις πτώσεις και τους αριθμούς για τον σχηματισμό του πληθυντικού ευγενείας και εν γένει ευγενικής προσφώνησης
- może pan wie co tu się dzieje - ίσως ξέρετε τι συμβαίνει εδώ πέρα (κατά λέξη - ίσως ο κύριος γνωρίζει τι, εδώ, γίνεται)