pagus
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΡηματικός τύπος
επεξεργασίαpagus (eo)
- υποθετική του ρήματος pagi
Λατινικά (la)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- pagus < pango < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα *peh₂g-
Ουσιαστικό
επεξεργασίαpagus αρσενικό
- επαρχία, περιφέρεια, περιοχή
- ύπαιθρος
- (σημασία στα μεσαιωνικά λατινικά) χωριό
- νέα ελληνική: → δείτε τη λέξη παγανισμός
Κλίση
επεξεργασίααριθμός | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | pagus | pagī |
γενική | pagī | pagōrum |
δοτική | pagō | pagīs |
αιτιατική | pagum | pagōs |
κλητική | page | pagī |
αφαιρετική | pagō | pagīs |
Πηγές
επεξεργασία- pagus - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.