Ετυμολογία

επεξεργασία
pagi < pag- + -o
ρήμα pagi
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας pagas paganta pagata
αόριστος pagis paginta pagita
μέλλοντας pagos pagonta pagota
υποθετική pagus - -
προστακτική pagu - -

pagi (eo)



  Κλιτικός τύπος ουσιαστικού

επεξεργασία

pagi (io)