meet
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαενεστώτας | meet |
γ΄ ενικό ενεστώτα | meets |
αόριστος | met |
παθητική μετοχή | met |
ενεργητική μετοχή | meeting |
αγγλικά ανώμαλα ρήματα |
Ρήμα
επεξεργασίαmeet (en)
- (μεταβατικό & αμετάβατο, χωρίς παθητική φωνή) συναντώ, είμαι στο ίδιο μέρος με κάποιον τυχαία και μιλάω μαζί του
- ⮡ We met by chance in Rome./We happened to meet in Rome.
- Συναντηθήκαμε τυχαία στη Ρώμη.
- ⮡ We will meet again in time.
- θα ξαναβρεθούμε εν καιρώ.
- ≈ συνώνυμα: → δείτε τη λέξη run across
- ⮡ We met by chance in Rome./We happened to meet in Rome.
- (μεταβατικό & αμετάβατο, χωρίς παθητική φωνή) συναντώ, συνεδριάζω, συνέρχομαι, μαζεύομαι επίσημα για να συζητήσουμε κάτι
- ⮡ Today the representatives of the workers are meeting with the minister.
- Σήμερα οι εκπρόσωποι των εργαζομένων συναντώνται με τον υπουργό.
- ⮡ The committee meets every Monday.
- Η επιτροπή συνεδριάζει κάθε Δευτέρα.
- ⮡ Parliament was still meeting at midnight.
- Η Βουλή ακόμα συνεδρίαζε τα μεσάνυχτα.
- ⮡ The committee met yesterday and…
- Η επιτροπή συνήλθε χτες και…
- ⮡ When Parliament met…
- Όταν συνήλθε η Βουλή…
- ⮡ Today the representatives of the workers are meeting with the minister.
- (μεταβατικό & αμετάβατο, χωρίς παθητική φωνή) συναντώ, συνέρχομαι κοινωνικά αφού το έχω κανονίσει
- ⮡ We must meet some evening.
- Πρέπει να συναντηθούμε κάνα βραδάκι.
- ⮡ -“Let’s meet at eight?” -“Good! I’ll be there right at eight.”
- -«Να συναντηθούμε στις οκτώ;» -«Ωραία! Θα είμαι εκεί στις οκτώ ακριβώς.»
- ⮡ All the old classmates met with one another.
- Συναντηθήκαμε όλοι οι παλιοί συμμαθητές.
- ⮡ We must meet some evening.
- (μεταβατικό) συναντώ, πάω σε ένα μέρος και περιμένω εκεί να φτάσει ένα συγκεκριμένο άτομο ή πράγμα
- ⮡ I will meet you at the tavern.
- Θα σας συναντήσω στην ταβέρνα.
- ⮡ I will meet you at the tavern.
- (μεταβατικό & αμετάβατο, χωρίς παθητική φωνή) συναντώ, βλέπω και γνωρίζω κάποιον για πρώτη φορά, συστήθηκα σε κάποιον
- ⮡ I met George for the first time at Maria’s house.
- Το Γιώργο τον συνάντησα για πρώτη φορά στο σπίτι της Μαρίας.
- ⮡ I have not met a more honest man than John.
- Δεν έχω συναντήσει εντιμότερο άνθρωπο από το Γιάννη.
- ⮡ I don’t think we have met (before).
- Δεν νομίζω ότι γνωριζόμαστε.
- ⮡ I met George for the first time at Maria’s house.
- (μεταβατικό) επαρκώ, αντιμετωπίζω, κάνω ή ικανοποιώ αυτό που χρειάζεται ή αυτό που ζητά κάποιος
- ⮡ I am meeting my obligations.
- Επαρκώ στις υποχρεώσεις μου.
- ⮡ Many data structure needs can be met with the built-in list type.
- Πολλές ανάγκες δομής δεδομένων μπορούν να αντιμετωπιστούν με τον ενσωματωμένο τύπο λίστας.
- ⮡ I am meeting my obligations.
- (μεταβατικό & αμετάβατο, χωρίς παθητική φωνή) συναντώ, για αγώνα μεταξύ δύο ομάδων
- ⮡ The Greek football team will meet the German soccer team tomorrow in a friendly match.
- H ελληνική ποδοσφαιρική ομάδα θα συναντηθεί αύριο με τη γερμανική ομάδα σε φιλικό αγώνα.
- ⮡ The Greek football team will meet the German soccer team tomorrow in a friendly match.
- (μεταβατικό) συναντώ, αντιμετωπίζω, βιώνω κάτι, συχνά κάτι δυσάρεστο
- ⮡ If you meet any difficulties…
- Αν συναντήσεις δυσκολίες…
- ⮡ If you meet any difficulties…
- (μεταβατικό και αμετάβατο) συναντιέμαι, ενώνομαι, αγγίζω κάτι, συνδέω κάτι
- ⮡ The two rivers meet outside Lyons.
- Οι δυο ποταμοί συναντώνται έξω από τη Λυών.
- ⮡ The two rivers meet outside Lyons.
Συγγενικά
επεξεργασίαΕκφράσεις
επεξεργασίαΠαράγωγα
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- meet (verb) - Oxford Learner's Dictionaries
- meet (noun) - Oxford Learner's Dictionaries
- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 315, 843, 845, 847. ISBN 9780194325684., λήμμα: επαρκώ, συναντώ, συνεδριάζω, συνέρχομαι