ενεστώτας meet up
γ΄ ενικό ενεστώτα meets up
αόριστος met up
παθητική μετοχή met up
ενεργητική μετοχή meeting up

  Ετυμολογία

επεξεργασία
meet up < → δείτε τις λέξεις meet και up

meet up (en)

  • συναντώ, βρίσκομαι
    ⮡  I will meet up with you at the tavern.
    Θα σας συναντήσω στην ταβέρνα.
    ⮡  When I get through with my chores, I will call you to meet up.
    Όταν ξεμπερδέψω με τις δουλειές μου, θα σου τηλεφωνήσω να συναντηθούμε.
    ⮡  We’ll meet up all together in the afternoon.
    Θα βρεθούμε όλοι μαζί το απόγευμα.