labellum
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- labellum < (άμεσο δάνειο) λατινική labellum (μικρή μπανιέρα ή λεκάνη), υποκοριστικό του labrum (λεκάνη, μπανιέρα), από το lavo (λούζομαι)
Ουσιαστικό
επεξεργασίαlabellum (en)
- (βοτανική) το κατώτερο κεντρικό πέταλο ενός λουλουδιού (ιδίως μιας ορχιδέας), που συνήθως αναπτύσσεται για να είναι επιδεικτικό και να προσελκύει επικονιαστές.
- (εντομολογία) τo χειλάριο, στοματικό εξάρτημα που βρίσκεται στη άκρη του κάτω χείλους ορισμένων εντόμων
Συνώνυμα
επεξεργασίαΛατινικά (la)
επεξεργασίαΣημασία 1η
Ετυμολογία
επεξεργασία- labellum < labrum (χείλη)
Ουσιαστικό
επεξεργασίαlabellum ουδέτερο
- ένα (μικρό) χείλος
Κλίση
επεξεργασίααριθμός | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | labellum | labella |
γενική | labellī | labellōrum |
δοτική | labellō | labellīs |
αιτιατική | labellum | labella |
κλητική | labellum | labella |
αφαιρετική | labellō | labellīs |
Σημασία 2η
Ετυμολογία
επεξεργασία- labellum < labrum (λεκάνη)
Ουσιαστικό
επεξεργασίαlabellum ουδέτερο
- ένα (μικρό) μπολ, λεκάνη
Κλίση
επεξεργασίααριθμός | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | labellum | labella |
γενική | labellī | labellōrum |
δοτική | labellō | labellīs |
αιτιατική | labellum | labella |
κλητική | labellum | labella |
αφαιρετική | labellō | labellīs |