Ετυμολογία

επεξεργασία
labellum < (άμεσο δάνειο) λατινική labellum (μικρή μπανιέρα ή λεκάνη), υποκοριστικό του labrum (λεκάνη, μπανιέρα), από το lavo (λούζομαι)

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

labellum (en)


Συνώνυμα

επεξεργασία

Σημασία 1η

  Ετυμολογία

επεξεργασία
labellum < labrum (χείλη)

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

labellum ουδέτερο

  • ένα (μικρό) χείλος
αριθμός ενικός πληθυντικός
ονομαστική labellum labella
γενική labellī labellōrum
δοτική labellō labellīs
αιτιατική labellum labella
κλητική labellum labella
αφαιρετική labellō labellīs
(β' κλίση)

Σημασία 2η

  Ετυμολογία

επεξεργασία
labellum < labrum (λεκάνη)

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

labellum ουδέτερο

  • ένα (μικρό) μπολ, λεκάνη
αριθμός ενικός πληθυντικός
ονομαστική labellum labella
γενική labellī labellōrum
δοτική labellō labellīs
αιτιατική labellum labella
κλητική labellum labella
αφαιρετική labellō labellīs
(β' κλίση)

Παράγωγα

επεξεργασία