hoc
Λατινικά (la)
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος αντωνυμίας
επεξεργασίαhoc (la) (δεικτική αντωνυμία)
- αφαιρετική ενικού, αρσενικού γένους του hic
- ονομαστική, αιτιατική και αφαιρετική ενικού, ουδέτερου γένους του hic
Κλίση
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός | |||||
---|---|---|---|---|---|---|
ονομαστική | hic | haec | hōc | hī | hae | haec |
γενική | hūiŭs | hūiŭs | hūiŭs | hōrum | hārum | hōrum |
δοτική | hŭīc | hŭīc | hŭīc | hīs | hīs | hīs |
αιτιατική | hunc | hanc | hōc | hōs | hās | haec |
κλητική | - | - | - | - | - | - |
αφαιρετική | hōc | hāc | hōc | hīs | hīs | hīs |