• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Είσοδος
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών

droga

  • Διαβάστε σε άλλη γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Πολωνικά (pl)
    • 1.1 Προφορά
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Συγγενικές λέξεις
    • 1.3 Κλιτικός τύπος επιθέτου

Πολωνικά (pl) Επεξεργασία

πτώση ενικός πληθυντικός
ονομαστική droga drogi
γενική drogi dróg
δοτική drodze drogom
αιτιατική drogę drogi
οργανική drogą drogami
τοπική drodze drogach
κλητική drogo drogi

  ΠροφοράΕπεξεργασία

ΔΦΑ : /ˈdrɔɡa/
Ήχος (βοήθεια·αρχείο)
droga (βοήθεια·αρχείο)

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

droga (pl) θηλυκό

  • ο δρόμος

Συγγενικές λέξειςΕπεξεργασία

  • drogowskaz
  • drogowiec
  • drogownictwo
  • drogowy
  • drogówka
  • dróżka
  • dróżniczka
  • dróżnik
  • drożny
  • podróż
  • podróżować
  • podróżowanie
  • przydrożny
  • zdrożony

  Κλιτικός τύπος επιθέτουΕπεξεργασία

droga (pl)

  • θηλυκό του drogi στην ονομαστική του ενικού
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=droga&oldid=4728612"
Τελευταία επεξεργασία στις 16 Αυγούστου 2020, στις 10:55

Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 16 Αυγούστου 2020, στις 10:55.
  • Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την Άδεια Creative Commons Αναφορά Δημιουργού-Παρόμοια Διανομή 3.0· μπορεί να ισχύουν πρόσθετοι όροι. Δείτε τους Όρους Χρήσης για λεπτομέρειες.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie