Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
defensible
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Αγγλικά
(en)
επεξεργασία
Επίθετο
επεξεργασία
defensible
(en)
δικαιολογήσιμος
, που μπορεί να δικαιολογηθεί, που μπορούν επιχειρήματα να τεθούν υπέρ του
Συνώνυμα
επεξεργασία
justifiable
arguable
tenable
defendable
maintainable
sustainable
supportable
plausible
well founded
sound
sensible
reasonable
rational
logical
able to hold water
acceptable
satisfactory
valid
legitimate
warrantable
permissible
excusable
pardonable
understandable
condonable
vindicable