course
Αγγλικά (en) Επεξεργασία
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
course (en)
Γαλλικά (fr) Επεξεργασία
ΠροφοράΕπεξεργασία
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
course | courses |
course (fr) θηλυκό
course (en)
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
course | courses |
course (fr) θηλυκό