• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Κοντινά
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

couper

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Γαλλικά (fr)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Προφορά
    • 1.3 Ρήμα
      • 1.3.1 Συγγενικές λέξεις
    • 1.4 Πηγές

Γαλλικά (fr)Επεξεργασία

  Ετυμολογία Επεξεργασία

couper' < (κληρονομημένο) παλαιά γαλλική coper < παλαιά γαλλική colp / cop. Πιθανόν δημώδης λατινική *colpus < λατινική colaphus < αρχαία ελληνική κόλαφος

  ΠροφοράΕπεξεργασία

ΔΦΑ : /ku.pe/
  (βοήθεια·αρχείο)

  ΡήμαΕπεξεργασία

couper (fr)

  • κόβω, κόπτω
  • διακόπτω
  • κόβω δρόμο
  • διασχίζω
  • παρεμποδίζω

Συγγενικές λέξειςΕπεξεργασία

  • coup
  • coupe
  • coupure
  • découpage
  • découper

  ΠηγέςΕπεξεργασία

  • couper - CNRTL (Centre National de Resources Textuelles et Lexicales, 2005) από το Trésor de la langue française informatisé
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=couper&oldid=5332234"
Τελευταία επεξεργασία στις 2 Νοεμβρίου 2021, στις 11:01
Βικιλεξικό
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 2 Νοεμβρίου 2021, στις 11:01.
  • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie