couper
Γαλλικά (fr)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
- couper' < (κληρονομημένο) παλαιά γαλλική coper < παλαιά γαλλική colp / cop. Πιθανόν δημώδης λατινική *colpus < λατινική colaphus < αρχαία ελληνική κόλαφος
Προφορά
επεξεργασία
Ρήμα
επεξεργασία
Πηγές
επεξεργασία
- couper - CNRTL (Centre National de Resources Textuelles et Lexicales, 2005) από το Trésor de la langue française informatisé