Ετυμολογία

επεξεργασία

compute < άμεσο δάνειο από τη γαλλική computer < λατινική computō

compute (en)

Συγγενικά

επεξεργασία

  Αναφορές

επεξεργασία
  1. (αγγλικά) JavaScript Syntax. Πρόσβαση 2021-03-07.