Schnitt
Γερμανικά (de)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
ονομαστική | der | Schnitt | die | Schnitte |
γενική | des | Schnitts Schnittes |
der | Schnitte |
δοτική | dem | Schnitt Schnitte |
den | Schnitten |
αιτιατική | den | Schnitt | die | Schnitte |
Προφορά
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαSchnitt (de) αρσενικό
Εκφράσεις
επεξεργασία- im Schnitt: κατά μέσο όρο
Γερμανικά (de)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Schnitt < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα
επεξεργασίαSchnitt αρσενικό ή θηλυκό
Πηγές
επεξεργασία- TNG-Adler, Liste der Nachnamen, ανακτήθηκε στις 29/9/2023 [1]