Ὑμηττός
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | |||
---|---|---|---|---|---|
ῡμηττ- | |||||
ονομαστική | ὁ | Ὑμηττός | οἱ | Ὑμηττοί | |
γενική | τοῦ | Ὑμηττοῦ | τῶν | Ὑμηττῶν | |
δοτική | τῷ | Ὑμηττῷ | τοῖς | Ὑμηττοῖς | |
αιτιατική | τὸν | Ὑμηττόν | τοὺς | Ὑμηττούς | |
κλητική ὦ! | Ὑμηττέ | Ὑμηττοί | |||
δυϊκός | |||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | Ὑμηττώ | |||
γεν-δοτ | τοῖν | Ὑμηττοῖν | |||
συνήθως στον ενικό | |||||
2η κλίση, Κατηγορία 'ναός' όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Ὑμηττός < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα
επεξεργασίαὙμηττός αρσενικό
Άλλες μορφές
επεξεργασίαΣυγγενικά
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- Ὑμηττός - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
- Ὑμηττός - Bailly, Anatole (1935) Le Grand Bailly: Dictionnaire grec-français (Το Μεγάλο Μπαγί: Λεξικό [αρχαίας] ελληνικής-γαλλικής), Παρίσι: Hachette.