Ἰσμηνίας
Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ὁ | Ἰσμηνίᾱς | οἱ | Ἰσμηνίαι |
γενική | τοῦ | Ἰσμηνίου | τῶν | Ἰσμηνιῶν |
δοτική | τῷ | Ἰσμηνίᾳ | τοῖς | Ἰσμηνίαις |
αιτιατική | τὸν | Ἰσμηνίᾱν | τοὺς | Ἰσμηνίᾱς |
κλητική ὦ! | Ἰσμηνίᾱ | Ἰσμηνίαι | ||
δυϊκός | ||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | Ἰσμηνίᾱ | ||
γεν-δοτ | τοῖν | Ἰσμηνίαιν | ||
Το φωνήεν της παραλήγουσας είναι βραχύ. | ||||
1η κλίση, ομάδα 'νεανίας', Κατηγορία 'νεανίας' όπως «νεανίας» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
- Ἰσμηνίας < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα επεξεργασία
Ἰσμηνίας αρσενικό
Συγγενικά επεξεργασία
- → δείτε τη λέξη Ἰσμήνη
Πηγές επεξεργασία
- Ἰσμηνίας - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
- P. M. Fraser and E. Matthews 1987 Lexicon of Greek Personal Names. Vol. I: The Aegean Islands. Cyprus. Cyrenaica, Oxford: Oxford University Press