↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική Ἰσμηνίᾱς οἱ Ἰσμηνίαι
      γενική τοῦ Ἰσμηνίου τῶν Ἰσμηνιῶν
      δοτική τῷ Ἰσμηνί τοῖς Ἰσμηνίαις
    αιτιατική τὸν Ἰσμηνίᾱν τοὺς Ἰσμηνίᾱς
     κλητική ! Ἰσμηνί Ἰσμηνίαι
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  Ἰσμηνί
γεν-δοτ τοῖν  Ἰσμηνίαιν
Το φωνήεν της παραλήγουσας είναι βραχύ.
1η κλίση, ομάδα 'νεανίας', Κατηγορία 'νεανίας' όπως «νεανίας» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
Ἰσμηνίας < λείπει η ετυμολογία

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Ἰσμηνίας αρσενικό

Συγγενικά

επεξεργασία