ἰχθυοπώλαινα
Αυτή η σελίδα μπήκε στον κατάλογο των κλίσεων που χρειάζονται έλεγχο. Παρατηρήσεις: γενική σε -ας, όχι σε -ης |
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ἡ | ἰχθυοπώλαινᾰ | αἱ | ἰχθυοπώλαιναι |
γενική | τῆς | ἰχθυοπωλαίνης | τῶν | ἰχθυοπωλαινῶν |
δοτική | τῇ | ἰχθυοπωλαίνῃ | ταῖς | ἰχθυοπωλαίναις |
αιτιατική | τὴν | ἰχθυοπώλαινᾰν | τὰς | ἰχθυοπωλαίνᾱς |
κλητική ὦ! | ἰχθυοπώλαινᾰ | ἰχθυοπώλαιναι | ||
δυϊκός | ||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | ἰχθυοπωλαίνᾱ | ||
γεν-δοτ | τοῖν | ἰχθυοπωλαίναιν | ||
1η κλίση, Κατηγορία 'θάλασσα' όπως «θάλασσα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- ἰχθυοπώλαινα < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασίαἰχθυοπώλαινα, -ας θηλυκό θηλυκό του ἰχθυοπώλης
- (επάγγελμα) ιχθυοπώλισσα
- ※ 2/3ος κε αιώνας ⌘ Ἀθήναιος ὁ Nαυκρατίτης, Δειπνοσοφισταί, 13, 94 , p.v.3.p.350, @scaife.perseus, @el.wikisource
- διὸ καὶ Φερεκράτης ἐν Ἰπνῷ ἢ Παννυχίδι φησίν·
κᾆτα μυροπωλεῖν τί παθόντ’ ἄνδρ’ ἐχρῆν καθήμενον
ὑψηλῶς ὑπὸ σκιαδείῳ, κατεσκευασμένον
συνέδριον τοῖς μειρακίοις ἐλλαλεῖν δι’ ἡμέρας;
εἶθ’ ἑξῆς φησιν·
αὐτίκ’ οὐδεὶς οὔτε μαγείραιναν εἶδε πώποτε
οὔτε μὴν οὐδ’ ἰχθυοπώλαιναν.
ἑκάστῳ γὰρ γένει ἁρμόζοντα δεῖν εἶναι καὶ τὰ τῆς τέχνης.- ΣτΕ: Ο Αθήναιος ο Ναυκρατίτης παραθέτει ένα απόσπασμα του κωμικού ποιητή Φερεκράτη (5ος αιώνας πκε).
- διὸ καὶ Φερεκράτης ἐν Ἰπνῷ ἢ Παννυχίδι φησίν·
- ※ 2/3ος κε αιώνας ⌘ Ἀθήναιος ὁ Nαυκρατίτης, Δειπνοσοφισταί, 13, 94 , p.v.3.p.350, @scaife.perseus, @el.wikisource
Πηγές
επεξεργασία- ἰχθυοπώλαινα - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.