Ἠριδανός
Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ὁ | Ἠριδανός | ||
γενική | τοῦ | Ἠριδανοῦ | ||
δοτική | τῷ | Ἠριδανῷ | ||
αιτιατική | τὸν | Ἠριδανόν | ||
κλητική ὦ! | Ἠριδανέ | |||
2η κλίση, Κατηγορία 'ναός' όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
- Ἠριδανός < ῥέω + πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *deh₂nu (ποταμός)
Κύριο όνομα επεξεργασία
Ἠριδανός αρσενικό
Πηγές επεξεργασία
- Ἠριδανός - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.