Ἑλίκων
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | |||
---|---|---|---|---|---|
Ἑλῐκων- | |||||
ονομαστική | ὁ | Ἑλίκων | οἱ | Ἑλίκωνες | |
γενική | τοῦ | Ἑλίκωνος | τῶν | Ἑλικώνων | |
δοτική | τῷ | Ἑλίκωνῐ | τοῖς | Ἑλίκωσῐ(ν) | |
αιτιατική | τὸν | Ἑλίκωνᾰ | τοὺς | Ἑλίκωνᾰς | |
κλητική ὦ! | Ἑλίκων | Ἑλίκωνες | |||
δυϊκός | |||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | Ἑλίκωνε | |||
γεν-δοτ | τοῖν | Ἑλικώνοιν | |||
Ο πληθυντικός, για το ανδρικό όνομα | |||||
3η κλίση, Κατηγορία 'κώδων' όπως «κώδων» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Κύριο όνομα
επεξεργασίαἙλίκων, -ωνος αρσενικό
- άλλη μορφή του Ἑλικών
Πηγές
επεξεργασία- Ἑλικών - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
- Ἑλικών - Diccionario Griego-Español (DGE en línea) [Λεξικό ελληνικών (αρχαίων) - ισπανικών online] (στα ισπανικά) του Francisco R. Adrados (Φρανθίσκο Αδράδος) & Juan Rodríguez Somolinos, έως στο λήμμα «ἔξαυος» (συντομογραφίες).
- Ἑλίκων@LGPN - Lexicon of Greek Personal Names online [Λεξικό ελληνικών (αρχαίων) ονομάτων] (στα αγγλικά), εκδόσεις από το 1972, Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης.