Ἐσθώτης
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ὁ | Ἐσθώτης | οἱ | Ἐσθῶται |
γενική | τοῦ | Ἐσθώτου | τῶν | Ἐσθωτῶν |
δοτική | τῷ | Ἐσθώτῃ | τοῖς | Ἐσθώταις |
αιτιατική | τὸν | Ἐσθώτην | τοὺς | Ἐσθώτᾱς |
κλητική ὦ! | Ἐσθῶτᾰ | Ἐσθῶται | ||
δυϊκός | ||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | Ἐσθώτᾱ | ||
γεν-δοτ | τοῖν | Ἐσθώταιν | ||
Συνήθως στον ενικό. | ||||
1η κλίση, ομάδα 'στρατιώτης', Κατηγορία 'στρατιώτης' όπως «στρατιώτης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Ἐσθώτης < + -ώτης • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Κύριο όνομα
επεξεργασίαἘσθώτης αρσενικό
Πηγές
επεξεργασία- Ἐσθώτης - Trismegistos People, βάση ονομάτων μη βασιλικών προσώπων που αναφέρονται ως κάτοικοι της Αιγύπτου μεταξύ του 800 π.Χ. και του 800 μ.Χ., KU Leuven