πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ἐλεφᾰντ-
ονομαστική ἐλέφᾱς οἱ ἐλέφᾰντες
      γενική τοῦ ἐλέφᾰντος τῶν ἐλεφᾰ́ντων
      δοτική τῷ ἐλέφᾰντ τοῖς ἐλέφᾰσῐ(ν)
    αιτιατική τὸν ἐλέφᾰντ τοὺς ἐλέφᾰντᾰς
     κλητική ! ἐλέφᾰν ἐλέφᾰντες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  ἐλέφᾰντε
γεν-δοτ τοῖν  ἐλεφᾰ́ντοιν
3η κλίση, Κατηγορία 'γίγας' όπως «ἐλέφας» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία

Ουσιαστικό

επεξεργασία