ελληνιστική κοινή (αρχαία κλίση)
δε μαρτυρείται δυϊκός αριθμός
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική Ἁρματεύς οἱ Ἁρματεῖς
      γενική τοῦ Ἁρματέως τῶν Ἁρματέων
      δοτική τῷ Ἁρματεῖ τοῖς Ἁρματεῦσῐ(ν)
    αιτιατική τὸν Ἁρματέ τοὺς Ἁρματέᾱς
     κλητική ! Ἁρματεῦ Ἁρματεῖς
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  Ἁρματεῖ
γεν-δοτ τοῖν  Ἁρματέοιν
Δεν καταγράφονται καταλήξεις πληθυντικού σε -ῆς.
3η κλίση, ομάδα 'βασιλεύς', Κατηγορία 'Ἀντιοχεύς' όπως «Ἀντιοχεύς» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
Ἁρματεύς < αρχαία ελληνική Ἅρμα + -εύς

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Ἁρματεύς αρσενικό

  1. (προσωνυμία) του Ερμή
  2. (πατριδωνυμικό) κάτοικος της πόλης Ἅρμα
  3. ανδρικό όνομα

  Αναφορές

επεξεργασία