Ἁρεώτης
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ὁ | Ἁρεώτης | οἱ | Ἁρεῶται |
γενική | τοῦ | Ἁρεώτου | τῶν | Ἁρεωτῶν |
δοτική | τῷ | Ἁρεώτῃ | τοῖς | Ἁρεώταις |
αιτιατική | τὸν | Ἁρεώτην | τοὺς | Ἁρεώτᾱς |
κλητική ὦ! | Ἁρεῶτᾰ | Ἁρεῶται | ||
δυϊκός | ||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | Ἁρεώτᾱ | ||
γεν-δοτ | τοῖν | Ἁρεώταιν | ||
Συνήθως στον ενικό. | ||||
1η κλίση, ομάδα 'στρατιώτης', Κατηγορία 'στρατιώτης' όπως «στρατιώτης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Ἁρεώτης < + -ώτης • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Κύριο όνομα
επεξεργασίαἉρεώτης αρσενικό
Πηγές
επεξεργασία- Ἁρεώτης - Trismegistos People, βάση ονομάτων μη βασιλικών προσώπων που αναφέρονται ως κάτοικοι της Αιγύπτου μεταξύ του 800 π.Χ. και του 800 μ.Χ., KU Leuven