Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
Ἀντιφαωντ, Ἀντιφαοντ- > Ἀντιφῶντ-
ονομαστική ‎Ἀντιφῶν οἱ ‎Ἀντιφῶντες
      γενική τοῦ ‎Ἀντιφῶντος τῶν ‎Ἀντιφώντων
      δοτική τῷ ‎Ἀντιφῶντ τοῖς ‎Ἀντιφῶσῐ(ν)
    αιτιατική τὸν ‎Ἀντιφῶντ τοὺς ‎Ἀντιφῶντᾰς
     κλητική ! ‎Ἀντιφῶν ‎Ἀντιφῶντες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  ‎Ἀντιφῶντε
γεν-δοτ τοῖν  ‎Ἀντιφώντοιν
3η κλίση, Κατηγορία 'Ξενοφῶν' όπως «Ξενοφῶν» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Ἀντιφῶν < ἀντί + φῶν

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Ἀντιφῶν αρσενικό

  Πηγές επεξεργασία