Ἀμάσεια
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαελληνιστική κοινή (αρχαία κλίση) δε μαρτυρείται δυϊκός αριθμός | ||||||||
↓ πτώσεις | ενικός | |||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|---|
ονομαστική | ἡ | Ἀμάσειᾰ | ||||||
γενική | τῆς | Ἀμασείᾱς | ||||||
δοτική | τῇ | Ἀμασείᾳ | ||||||
αιτιατική | τὴν | Ἀμάσειᾰν | ||||||
κλητική ὦ! | Ἀμάσειᾰ | |||||||
1η κλίση, Κατηγορία 'βοήθεια' όπως «βοήθεια» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΚύριο όνομα
επεξεργασίαἈμάσεια θηλυκό, μόνο στον ενικό
- (ελληνιστική κοινή) πόλη στον Πόντο
- → δείτε τη λέξη Αμάσεια
Συγγενικά
επεξεργασίαΑπόγονοι
επεξεργασίαἈμάσεια (αρχαία ελληνικά)
- ⇒ νέα ελληνικά: Αμάσεια
- ↷ τουρκικά: Amasya
Αναφορές
επεξεργασία- ↑ "Amasya" – Everett-Heath, John (2020). Concise Oxford Dictionary of World Place Names [Συνοπτικό Λεξικό Παγκόσμιων Τοπωνυμίων της Οξφόρδης] (6η έκδοση). Oxford: Oxford University Press.
Πηγές
επεξεργασία- Ἀμάσεια - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.