Ετυμολογία

επεξεργασία
Պետրոսյան < Պետրոս (Petros, Πετρός, Μπεντρός) (< αρχαία ελληνική Πέτρος) + -յան (-yan)[1]

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /pɛtɾɔsˈjɑn/
ΔΦΑ : /bɛdɾɔsˈjɑn/ (δυτική αρμενική)
τυπογραφικός συλλαβισμός: Պետ‐րոս‐յան

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Պետրոսյան (hy) (Petrosyan) αρσενικό ή θηλυκό

Άλλες μορφές

επεξεργασία

Παράγωγα

επεξεργασία

Απόγονοι

επεξεργασία

Պետրոսյան (αρμενικά)

αγγλικά: Petrosyan, Petrosian, Petrossian, Bedrosian, Bedrossian
αραβικά: بيتروسيان
γαλλικά: Petrosyan, Petrossian, Bedrossian
γερμανικά: Petrosyan, Petrosjan, Petrossian, Petrosean (από ιστορ. ορθογρ.)
γεωργιανά: პეტროსიანი (ṗeṭrosiani)
νέα ελληνικά: Πετροσιάν, Μπεντροσιάν
εσθονικά: Petrosjan
ισπανικά: Petrosyan, Petrosian, Bedrosian, Bedrossian
καζακικά: Петросян (Petrosän)
λιθουανικά: Petrosian
ολλανδικά: Petrosyan, Petrosian
ουζμπεκικά: Petrosyan
περσικά: پتروسیان
πορτογαλικά: Bedrosian, Bedrossian
ρουμανικά: Petrosean (από ιστορ. ορθογρ.)
ρωσικά: Петросян (Petrosján)
ρωσικά: Петросов (Petrósov)
ρωσικά: Бедросов (Bedrósov)
σουηδικά: Petrosyan, Petrosian, Petrosjan, Bedrosian
τουρκικά: Petrosyan
τουρκμενικά: Petrosyan
τσεχικά: Petrosjan

  Αναφορές

επεξεργασία
  1. (σ. 290α) Պետրոսյան - Տիգրան Ավետիսյան (Τιγκράν Αβετισιάν) (²2010), Հայոց ազգանունների բառարան [Λεξικό αρμενικών επωνύμων] (στα αρμενικά), επιμέλεια: Վ.Մ. Գրիգորյան (Β.Μ. Γκριγκοριάν) & Լ.Ռ. Ուռուտյան (Λ.Ρ. Ουρουτιάν). Γιερεβάν, ISBN 978-9939-53-724-5..