↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το ψυχαγώγημα τα ψυχαγωγήματα
      γενική του ψυχαγωγήματος των ψυχαγωγημάτων
    αιτιατική το ψυχαγώγημα τα ψυχαγωγήματα
     κλητική ψυχαγώγημα ψυχαγωγήματα
Κατηγορία όπως «όνομα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
ψυχαγώγημα < ψυχαγωγώ + -μα

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

ψυχαγώγημα ουδέτερο (πιο δόκιμο στον ενικό)

  • η ενέργεια και το αποτέλεσμα του ψυχαγωγώ

  Μεταφράσεις

επεξεργασία