ψευδαγγελία
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ἡ | ψευδαγγελίᾱ | αἱ | ψευδαγγελίαι |
γενική | τῆς | ψευδαγγελίᾱς | τῶν | ψευδαγγελιῶν |
δοτική | τῇ | ψευδαγγελίᾳ | ταῖς | ψευδαγγελίαις |
αιτιατική | τὴν | ψευδαγγελίᾱν | τὰς | ψευδαγγελίᾱς |
κλητική ὦ! | ψευδαγγελίᾱ | ψευδαγγελίαι | ||
δυϊκός | ||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | ψευδαγγελίᾱ | ||
γεν-δοτ | τοῖν | ψευδαγγελίαιν | ||
Το δίχρονο φωνήεν της παραλήγουσας είναι βραχύ. | ||||
1η κλίση, ομάδα 'χώρα', Κατηγορία 'σοφία' όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- ψευδαγγελία < ψευδάγγελος ή ψευδαγγελής
Ουσιαστικό
επεξεργασίαψευδαγγελία,ος,ον ( & ,ής,ές)
- η ψευδής αναγγελία κήρυκα ή αγγελιοφόρου
- η παραπληροφόρηση, η παραπλάνηση του εχθρού
- φοβεῖν γε μὴν τοὺς πολεμίους καὶ ψευδενέδρας οἷόν τε καὶ ψευδοβοηθείας καὶ ψευδαγγελίας ποιοῦντα. θαρσοῦσι δὲ μάλιστα πολέμιοι, ὅταν ὄντα τοῖς ἐναντίοις πράγματα καὶ ἀσχολίας πυνθάνωνται (:τα μέσα για να εκφοβίσει κανείς τον εχθρό είναι οι ψευτοενέδρες, η ψευτοβοήθεια και η παραπληροφόρηση, γιατί ο εχθρός ξεθαρρεύει όταν μαθαίνει τέτοια για τον αντίπαλο -Ξενοφών, Ἱππαρχικός, 5ο, 8)