Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η χωρομετρία οι χωρομετρίες
      γενική της χωρομετρίας των χωρομετριών
    αιτιατική τη χωρομετρία τις χωρομετρίες
     κλητική χωρομετρία χωρομετρίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

χωρομετρία < χωρομετρώ

  Ουσιαστικό επεξεργασία

χωρομετρία θηλυκό

  Μεταφράσεις επεξεργασία