χωρομετρώ
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ρήμα επεξεργασία
χωρομετρώ
- μετρώ εμβαδόν, απόσταση, ύψος στο πλαίσιο συνήθως μιας εργασίας τοπογραφικής, πολεοδομικής, χωροταξικής
Μεταφράσεις επεξεργασία
χωρομετρώ
|
χωρομετρώ
|