χειροτέχνημα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία- χειροτέχνημα < χειροτεχνία
Ουσιαστικό
επεξεργασίαχειροτέχνημα ουδέτερο
- το αποτέλσμα, προϊόν της χειροτεχνίας, το αντικείμενο που έχει δημιουργηθεί με τα χέρια και όχι με μηχανή ή εκείνο που παράγεται σε χειροτεχνία (καμιά φορά και με παρεμβολή χρήσης μηχανημάτων)
- συχνά το κομψοτέχνημα για κάτι μικρό, χειροποίητο και καλόγουστο