χαρτογράφος
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- χαρτογράφος < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό επεξεργασία
χαρτογράφος αρσενικό ή θηλυκό
- (επάγγελμα) που ειδικεύεται στην χαρτογραφία
Μεταφράσεις επεξεργασία
χαρτογράφος
|
Πηγές επεξεργασία
- χαρτογράφος - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- χαρτογράφος - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία
Πηγές επεξεργασία
- χαρτογράφος - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.