χαρτζιλικάκι
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | χαρτζιλικάκι | τα | χαρτζιλικάκια |
γενική | — | — | ||
αιτιατική | το | χαρτζιλικάκι | τα | χαρτζιλικάκια |
κλητική | χαρτζιλικάκι | χαρτζιλικάκια | ||
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
- χαρτζιλικάκι < χαρτζιλίκι + υποκοριστικό επίθημα -άκι
Ουσιαστικό επεξεργασία
χαρτζιλικάκι ουδέτερο
Συγγενικά επεξεργασία
- → δείτε τη λέξη χαρτζιλίκι
Μεταφράσεις επεξεργασία
χαρτζιλικάκι
|