Δείτε επίσης: Χαμολιά

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η χαμολιά οι χαμολιές
      γενική της χαμολιάς των χαμολιών
    αιτιατική τη χαμολιά τις χαμολιές
     κλητική χαμολιά χαμολιές
Οι καταλήξεις προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «καρδιά» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

χαμολιά < λείπει η ετυμολογία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /xa.moˈʎa/
τυπογραφικός συλλαβισμός: χα‐μο‐λιά

  Ουσιαστικό επεξεργασία

χαμολιά θηλυκό

Συγγενικά επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία