χαμοθεός
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | χαμοθεός | οι | χαμοθεοί |
γενική | του | χαμοθεού | των | χαμοθεών |
αιτιατική | τον | χαμοθεό | τους | χαμοθεούς |
κλητική | χαμοθεέ | χαμοθεοί | ||
Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
χαμοθεός αρσενικό
Μεταφράσεις επεξεργασία
χαμοθεός
|