Δείτε επίσης: χάνος

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο χάννος οι χάννοι
      γενική του χάννου των χάννων
    αιτιατική τον χάννο τους χάννους
     κλητική χάννε χάννοι
Κατηγορία όπως «δρόμος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

χάννος < λείπει η ετυμολογία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

χάννος αρσενικό

  Μεταφράσεις επεξεργασία