Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
φυσομανητό
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
το
φυσομανητ
ό
τα
φυσομανητ
ά
γενική
του
φυσομανητ
ού
των
φυσομανητ
ών
αιτιατική
το
φυσομανητ
ό
τα
φυσομανητ
ά
κλητική
φυσομανητ
ό
φυσομανητ
ά
Κατηγορία
όπως «
βουνό
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
φυσομανητό
< →
δείτε
τη λέξη
φυσομάνημα
Ουσιαστικό
επεξεργασία
φυσομανητό
ουδέτερο
άλλη μορφή
του
φυσομάνημα
Μεταφράσεις
επεξεργασία
φυσομανητό