Δείτε επίσης: Κατηγορία:Δυτική φριζική γλώσσα

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις   πληθυντικός  
ονομαστική τα φριζικά
      γενική των φριζικών
    αιτιατική τα φριζικά
     κλητική φριζικά
Κατηγορία όπως «βουνό» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

φριζικά < ουσιαστικοποιημένο ουδέτερο του επιθέτου φριζικός στον πληθυντικό

  Ουσιαστικό επεξεργασία

φριζικά ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό

Δείτε επίσης επεξεργασία

  • κωδικοί: δυτικά φριζικά: fy, ανατολικά φριζικά: stq, βόρεια φριζικά: frr

  Μεταφράσεις επεξεργασία