Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
φορμαλίστρια
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
φορμαλίστρι
α
οι
φορμαλίστρι
ες
γενική
της
φορμαλίστρι
ας
των
φορμαλιστρι
ών
αιτιατική
τη
φορμαλίστρι
α
τις
φορμαλίστρι
ες
κλητική
φορμαλίστρι
α
φορμαλίστρι
ες
Κατηγορία
όπως «
θάλασσα
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
φορμαλίστρια
θηλυκό του
φορμαλιστή
< formaliste
Ουσιαστικό
επεξεργασία
φορμαλίστρια
θηλυκό
→
δείτε
τη λέξη
φορμαλιστής
Μεταφράσεις
επεξεργασία
φορμαλίστρια
αγγλικά
:
formalist
(en)
γαλλικά
:
formaliste
(fr)