Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
φαμελιάρης
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
ο
φαμελιάρ
ης
οι
φαμελιάρ
ηδες
γενική
του
φαμελιάρ
η
των
φαμελιάρ
ηδων
αιτιατική
τον
φαμελιάρ
η
τους
φαμελιάρ
ηδες
κλητική
φαμελιάρ
η
φαμελιάρ
ηδες
Κατηγορία
όπως «
μανάβης
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
φαμελιάρης
<
φαμελιά
+
-ιάρης
Ουσιαστικό
επεξεργασία
φαμελιάρης
αρσενικό
που έχει φαμελιά,
οικογενειάρχης
Μεταφράσεις
επεξεργασία
φαμελιάρης