υπερμικρόβιο
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαυπερμικρόβιο ουδέτερο
- (ιατρική) μικρόβιο που είναι πιο ανθεκτικό σε αντιβιωτικά απ’ ό,τι άλλα μικρόβια
- Τα ανθεκτικά υπερμικρόβια που διαφεύγουν ακόμα και των πιο ισχυρών αντιβιοτικών αποτελούν πλέον μείζονα απειλή για τη δημόσια υγεία, ανέφερε σε έκθεσή του ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ). (...) Η εξάπλωση των θανατηφόρων υπερμικροβίων δεν αποτελεί πλέον μια πρόβλεψη, αλλά λαμβάνει χώρα αυτή τη στιγμή σε όλο τον κόσμο, ανακοίνωσαν αξιωματούχοι του ΟΗΕ. (*)
Μεταφράσεις
επεξεργασία υπερμικρόβιο
|