• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

υπεραναπλήρωση

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el) Επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η υπεραναπλήρωση οι υπεραναπληρώσεις
      γενική της υπεραναπλήρωσης* των υπεραναπληρώσεων
    αιτιατική την υπεραναπλήρωση τις υπεραναπληρώσεις
     κλητική υπεραναπλήρωση υπεραναπληρώσεις
* παλιότερος λόγιος τύπος, υπεραναπληρώσεως
Κατηγορία όπως «δύναμη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία Επεξεργασία

υπεραναπλήρωση < υπερ- + αναπλήρωση

  Ουσιαστικό Επεξεργασία

υπεραναπλήρωση θηλυκό

  • → λείπει ο ορισμός (ή οι ορισμοί)

  Μεταφράσεις Επεξεργασία

    υπεραναπλήρωση
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=υπεραναπλήρωση&oldid=5563232"
Τελευταία επεξεργασία στις 21 Μαΐου 2022, στις 05:51

Γλώσσες

      Αυτή η σελίδα δεν είναι διαθέσιμη σε άλλες γλώσσες.

      Βικιλεξικό
      • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 21 Μαΐου 2022, στις 05:51.
      • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
      • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
      • Σχετικά με Βικιλεξικό
      • Αποποίηση ευθυνών
      • Κώδικας συμπεριφοράς
      • Όροι χρήσης
      • Επιφάνεια εργασίας
      • Προγραμματιστές
      • Στατιστικά
      • Δήλωση cookie