Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο υλατζής οι υλατζήδες
      γενική του υλατζή των υλατζήδων
    αιτιατική τον υλατζή τους υλατζήδες
     κλητική υλατζή υλατζήδες
Κατηγορία όπως «μπαλωματής» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

υλατζής < ύλ(η) + -ατζής

  Ουσιαστικό επεξεργασία

υλατζής αρσενικό

  • (ανεπίσημο) δημοσιογράφος που επιμελείται την ύλη που παραδίδουν για δημοσίευση άλλοι δημοσιογράφοι, τη διάταξή τους στην έκδοση, τη θέση φωτογραφιών και γενικά την εικόνα της δημοσίευσης. Αναφέρεται πιο επίσημα ως συντάκτης ύλης / υπεύθυνος ύλης.
    ※  Ο δημοσιογράφος Νίκος Τζανίμης ήταν «υλατζής» (συντάκτης δηλαδή που επιμελούνταν τα κείμενα των δημοσιογράφων στο «κασέ» των εφημερίδων). (aftodioikisi.gr, 25/01/2023 Πέθανε ο δημοσιογράφος Νίκος Τζανίμης -Κοιμόταν μέχρι & στο αυτοκίνητό του [1])
    ※  έκλεισα όπως όπως αυτό που έγραφα, το έστειλα στον «κουβά» του υλατζή και άνοιξα τον κίτρινο φάκελο (Ιερώνυμος Λύκαρης, Το ρομάντζο των καθαρμάτων , Εκδόσεις Καστανιώτη, 2011 [2])

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία

  • Του υλατζή απέναντι… marketingweek.gr, 11/06/09 [3]