Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
τσιμεντοκολόνα
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
τσιμεντοκολόν
α
οι
τσιμεντοκολόν
ες
γενική
της
τσιμεντοκολόν
ας
των
τσιμεντοκολόν
ων
αιτιατική
την
τσιμεντοκολόν
α
τις
τσιμεντοκολόν
ες
κλητική
τσιμεντοκολόν
α
τσιμεντοκολόν
ες
Κατηγορία
όπως «
ελπίδα
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
τσιμεντοκολόνα
<
τσιμέντο
+
-ο-
+
κολόνα
Ουσιαστικό
επεξεργασία
τσιμεντοκολόνα
θηλυκό
κολόνα
από
τσιμέντο
Μεταφράσεις
επεξεργασία
τσιμεντοκολόνα