• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

τσικάλι

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Προφορά
    • 1.3 Ουσιαστικό
      • 1.3.1 Συγγενικά
      • 1.3.2 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το τσικάλι τα τσικάλια
      γενική του τσικαλιού των τσικαλιών
    αιτιατική το τσικάλι τα τσικάλια
     κλητική τσικάλι τσικάλια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
τσικάλι < τσουκάλι

Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /t͡siˈka.li/

Ουσιαστικό

επεξεργασία

τσικάλι ουδέτερο

  • (ιδιωματικό) άλλη μορφή του τσουκάλι

Συγγενικά

επεξεργασία
  • τσικαλαριό

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    τσικάλι
  • → δείτε τη λέξη τσουκάλι
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=τσικάλι&oldid=5618216"
Τελευταία επεξεργασία στις 28 Οκτωβρίου 2022, στις 08:59

Γλώσσες

      Αυτή η σελίδα δεν είναι διαθέσιμη σε άλλες γλώσσες.

      Βικιλεξικό
      • Wikimedia Foundation
      • Powered by MediaWiki
      • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 28 Οκτωβρίου 2022, στις 08:59.
      • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
      • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
      • Σχετικά με Βικιλεξικό
      • Αποποίηση ευθυνών
      • Κώδικας συμπεριφοράς
      • Προγραμματιστές
      • Στατιστικά
      • Δήλωση cookie
      • Όροι χρήσης
      • Επιφάνεια εργασίας