Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
τροχιστής
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
ο
τροχιστ
ής
οι
τροχιστ
ές
γενική
του
τροχιστ
ή
των
τροχιστ
ών
αιτιατική
τον
τροχιστ
ή
τους
τροχιστ
ές
κλητική
τροχιστ
ή
τροχιστ
ές
Κατηγορία
όπως «
ποιητής
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
τροχιστής
<
τροχίζω
, τροχισ- +
-τής
Ουσιαστικό
επεξεργασία
τροχιστής
αρσενικό
(
επάγγελμα
) εκείνος που
τροχίζει
, ο
ακονιστής
Μεταφράσεις
επεξεργασία
τροχιστής
γαλλικά
:
rémouleur
(fr)