Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία


↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η τοπολαλιά οι τοπολαλιές
      γενική της τοπολαλιάς των τοπολαλιών
    αιτιατική την τοπολαλιά τις τοπολαλιές
     κλητική τοπολαλιά τοπολαλιές
Οι καταλήξεις προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «καρδιά» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ουσιαστικό επεξεργασία

η τοπολαλιά (el) θηλυκό

Συνώνυμα επεξεργασία