↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το τετραϋδροπυράνιο τα τετραϋδροπυράνια
      γενική του τετραϋδροπυρανίου
τετραϋδροπυράνιου
των τετραϋδροπυρανίων
    αιτιατική το τετραϋδροπυράνιο τα τετραϋδροπυράνια
     κλητική τετραϋδροπυράνιο τετραϋδροπυράνια
Κατηγορία όπως «πρόσωπο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
τετραϋδροπυράνιο < τετρα- + υδρο- + πυράνιο

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

τετραϋδροπυράνιο ουδέτερο,

  Μεταφράσεις

επεξεργασία