↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ταχυφόρτιση οι ταχυφορτίσεις
      γενική της ταχυφόρτισης των ταχυφορτίσεων
    αιτιατική την ταχυφόρτιση τις ταχυφορτίσεις
     κλητική ταχυφόρτιση ταχυφορτίσεις
Η λόγια γενική ενικού σε -εως δε συνηθίζεται σε νεότερες λέξεις.
Κατηγορία όπως «παγκοσμιοποίηση» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
ταχυφόρτιση < λείπει η ετυμολογία

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

ταχυφόρτιση θηλυκό

  Μεταφράσεις

επεξεργασία